No debate, no party…

29/04/2014

 

Στις 26 Σεπτεμβρίου 1960 με το debate Νίξον – Κένεντι, η τηλεόραση έκανε τα πρώτο βήμα για την αυτοκρατορία …της «Τηλεοπτικής Δημοκρατίας»! Αυτό το οξύμωρο δίπολο, αυτοκρατορία / δημοκρατία, είναι κατά τη γνώμη μου το μαρτύριο όσων καταπιάστηκαν με το φαινόμενο της τηλεοπτικής δημοκρατίας, που βρήκε την απόλυτη έκφραση του στα debates. Είναι εκείνη η στιγμή, όπου οι διεκδικητές της εξουσίας στην προεκλογική διαδικασία, συναντιούνται ενώπιον του «τηλεοπτικού» λαού για να επιδείξουν τα χαρίσματά τους, ή/και να αναδείξουν τα μειονεκτήματα του αντιπάλου και να διεκδικήσουν, πριν την εξουσία, το στοιχείο που θα τους βοηθήσει να την κατακτήσουν. Την ψήφο!

 

Η αλήθεια είναι ότι ο τηλεγραφικός τηλεοπτικός πολιτικός λόγος με τη συνοδεία (ή το αντίθετο;) της κραταιής εικόνας, αναδείχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες στο πιο ισχυρό μέσο επικοινωνίας, και ο πλέον καταλυτικός φορέας πληροφοριών, μηνυμάτων και ιδεών. Συνεπώς η πλήρης «θεαματοποίηση» των debates ήταν μονόδρομος. Ο θρίαμβος της εικόνας σε βάρος του περιεχομένου (η εκφορά του λόγου ήταν ανέκαθεν στοιχείο πολιτικής επιρροής) η υπερίσχυση λέξεων και μηνυμάτων αντί του βάθους των νοημάτων, ήταν απλώς τα χαρακτηριστικά που επιβεβαίωσαν την πραγματικότητα. Όπως το έχει διατυπώσει ο Neil Postman: «Στις (σύγχρονες τηλεοπτικές αναμετρήσεις) οι πολιτικοί ενδιαφέρονται λιγότερο για τα επιχειρήματα που θα αναπτύξουν και περισσότερο για τις εντυπώσεις που θα δημιουργήσουν, τις οποίες κυρίως αποζητά η τηλεόραση».

 

Από την πρώτη στιγμή που γνωρίσαμε τα debates, τέθηκε το μάλλον ρητορικό ερώτημα. Τελικά αυτός που θα κέρδιζε το debate θα γινόταν και ο καλύτερος πρωθυπουργός; Ή για να έρθουμε και στις μέρες μας… Ο καλύτερος Πρόεδρος της  Κομισιόν; Μπορεί ναι, μπορεί όχι. Το σίγουρο είναι ότι θα ήταν ο καλύτερος debater!

 

Με το δεδομένο λοιπόν  της επικράτησης των εντυπώσεων εις βάρος της ουσίας, ο Αλέξης Τσίπρας καλά έκανε και δεν δέχθηκε να βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με τους «αντιπάλους» του για την προεδρία της Κομισιόν μιλώντας και απαντώντας στην αγγλική γλώσσα. Η πρώτη ανάγνωση έλεγε ότι θα είχε μόνο να χάσει, αφού τα αγγλικά του δεν είναι fluently. Μπορεί βεβαίως το γραφείο του ΣΥΡΙΖΑ να αιτιολόγησε αυτή την απόφαση, στην καθυστερημένη πρόσκληση και στο ήδη διαμορφωμένο πρόγραμμα, αλλά υπάρχει η γνωστή παροιμία με την αλεπού και τα κρεμαστάρια.

 

Κατά τη γνώμη μου ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας χάνουν μια μεγάλη ευκαιρία να κερδίσουν το «διακύβευμα» κάθε τηλεοπτικής αναμέτρησης: Τις εντυπώσεις! Όχι πιθανόν συγκριτικά με τους άλλους, αλλά εγκαταλείπουν την ευκαιρία να απευθυνθούν σε ένα ακροατήριο εκατομμυρίων ανθρώπων να ξαφνιάσουν θετικά και να δώσουν το στίγμα τους. Έτσι θα μπορούσαν να αλλάξουν σε μεγάλο βαθμό την εικόνα που ήδη έχει διαμορφωθεί στην Ευρώπη για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κατατάσσει στο όριο της γραμμής. Αυτό εξυπηρετεί την στρατηγική κυρίως των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, που δεν θέλουν να δουν να διεμβολίζεται από τα αριστερά η εκλογική τους δύναμη και γενικώς μαζί με το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα τείνουν να καταλάβουν όλα τα ηγετικά πόστα στην Ευρώπη και φυσικά τείνουν να αποφύγουν οτιδήποτε θα απειλούσε αυτή την προοπτική. «Κουτί» τους ήρθε, δηλαδή!

 

Επιμένω ότι έστω και με το σχετικό έλλειμμα της γλώσσας, η ευκαιρία να δουν και να  ακούσουν τον Αλέξη Τσίπρα, για πρώτη φορά εκατομμύρια τηλεθεατές στην Ευρώπη, αλλά και στον κόσμο δεν έπρεπε να πάει χαμένη. Τα θέματα είναι λίγο πολύ τα γνωστά, οι τεχνικές υπάρχουν, το παρουσιαστικό το διαθέτει και στο τέλος – τέλος ο Αλέξης Τσίπρας τα είχε πάει πολύ καλά στο ελληνικό debate που συμμετείχε πριν τις εκλογές του 2009. (Όχι ότι είχε και πολύ σχέση με τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί στο debate του Μάαστριχτ). Επιπλέον η σχετική αδυναμία της γλώσσας θα μπορούσε και να αξιοποιηθεί ως ένα στοιχείο αυθεντικότητας και να προβληθεί ένα πρόσωπο ειλικρίνειας με συγκεκριμένες παραμέτρους.

 

Προς επίρρωση αυτής της άποψης, αντιγράφω από την εφημερίδα Απογευματινή στις 04.11.1989 απόσπασμα από άρθρο του Χρήστου Πασαλάρη μετά από – κάτι σαν debate – παράλληλες συνεντεύξεις που είχαν γίνει τότε σε Φλωράκη, Παπανδρέου, Μητσοτάκη στην ΕΡΤ πριν από τις εκλογές: «…άκουσα πολλούς φίλους μου δεξιούς –εμπαθείς- να ομολογούν ξαφνιασμένοι, «καλέ είναι καλός ο Φλωράκης, μια χαρά άνθρωπος!» Σίγουρα, ως τότε τον φαντάζονταν σαν βαμπίρ με τεράστια γαμψά νύχια βουτηγμένα στο αίμα και χαυλιόδοντες».

 

Μάνος Σιφονιός

Συγγραφέας – Επικοινωνιολόγος